Επιτέλους βροχή!
Ήρθε η ώρα να ξεπλυθούν τα πάντα.
Θα βγω να μουλιάσω τα όνειρα στο χάδι της,
ούτως ή άλλως η στεγνή μου μοναξιά
έχει ανάγκη το άγγιγμα της.
Η γόμμα που σβήνει, υγρή, δροσερός εφιάλτης,
μα κι ανάγκη να ξεχάσω μεγάλη…
Εγώ θα σε βολέψω εδω, το ποίημα, αν και φτωχικό, είναι φιλόξενο. Μη νοιάζεσαι, θα το διαβάσουν πολλοί, κανένας δεν θα καταλάβει. Βγάλε τα παπούτσια που σε στεναχωρούν, άναψε τσιγάρο και μίλα μου για τα πιο άσχετα πράγματα. Δεν θα μας ενοχλήσει κανείς, τη μνήμη την έκλεισα στο συρτάρι, το χρόνο τον κλείδωσα στην αποθήκη, έτσι, για να νοιώσεις άνετα σ' αυτό το ποίημα. Αμαλία Τσακνιά.